Η Κομισιόν παραδέχεται ότι πληρώνουμε το φυσικό αέριο 43% υψηλότερα από τον μέσο όρο
Ενώ
η ελληνική κυβέρνηση συνεχίζει τους πανηγυρισμούς για τη συμφωνία
μείωσης της τιμής προμήθειας του Φυσικού Αερίου κατά 15% και οι
εκτιμήσεις των αναλυτών κάνουν λόγο για τελικές μειώσεις στον καταναλωτή
6%, ο γερμανός Επίτροπος Ενέργειας δηλώνει ότι η ελληνική επιχείρηση
και ο έλληνας καταναλωτής, πληρώνουν κατά 43% ακριβότερα σε σχέση με τον
ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Πιο συγκεκριμένα, στην ερώτησή του ο
Νίκος Χουντής ζητά από την Κομισιόν να εξηγήσει γιατί «η Ελλάδα δεν
μπορεί να προμηθευτεί φυσικό αέριο σε τιμές ανάλογες του ευρωπαϊκού
μέσου όρου», καθώς επίσης, να αξιολογήσει κατά πόσο είναι αρκετές οι
προσπάθειες της «ελληνικής κυβέρνησης για την αναθεώρηση των τιμών
προμήθειας φυσικού αερίου από τη ρωσική αγορά».
Στην απάντησή του ο Επίτροπος
Ενέργειας, κ. Έντιγκερ, σημειώνει ότι οι τελικές τιμές φυσικού αερίου
για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις είναι όντως 43% υψηλότερες από
τον κοινοτικό μέσο όρο, δηλώνοντας ταυτόχρονα, χωρίς να αλλάζει τις
μεγάλες διαφορές στις τελικές τιμές, ότι «Ο αριθμός αυτός…δεν μπορεί να
θεωρηθεί ως αντιπροσωπευτικός της μέσης διαφοράς τιμών καθόλη τη
διάρκεια του έτους».
Η πλήρης απάντηση του Επιτρόπου Ενέργειας, κ. Έντιγκερ, έχει ως εξής:
1. Οι
τιμές λιανικής για το φυσικό αέριο στην Ελλάδα, τόσο για τους μέσους
οικιακούς καταναλωτές (με ετήσια κατανάλωση μεταξύ 20 GJ[1] και 200 GJ)
όσο και για τους μέσους βιομηχανικούς πελάτες (με ετήσια κατανάλωση
μεταξύ 10 000 GJ και 100 000 GJ) ήταν πράγματι 43 % υψηλότερες από ό,τι ο
μέσος όρος της ΕΕ- 28 κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2012. Ο αριθμός αυτός
υποδηλώνει, ωστόσο, μιαν έξαρση σε ένα πλαίσιο εποχιακών τιμών στην
Ελλάδα, επομένως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αντιπροσωπευτικός της μέσης
διαφοράς τιμών καθόλη τη διάρκεια του έτους.[2] Επίσης, στοιχεία της
Eurostat σχετικά με τις λιανικές τιμές φυσικού αερίου στην Ελλάδα δεν
είναι διαθέσιμα παρά από το δεύτερο εξάμηνο του 2012. Η Eurostat δεν
διαθέτει προγενέστερα στοιχεία για τη λιανική τιμή του φυσικού αερίου
στην Ελλάδα, γεγονός που περιορίζει τις δυνατότητες ανάλυσης.
2. Η
Ελλάδα δεν διαθέτει λειτουργικό κόμβο εμπορίας σε υγροποιημένο φυσικό
αέριο, ενώ οι γραμμές εφοδιασμού δεν έχουν ενταχθεί στην ευρωπαϊκή
εσωτερική αγορά φυσικού αερίου. Η χώρα βασίζεται κυρίως στις εισαγωγές
από τη Ρωσία και σε εισαγωγές φορτίων ΥΦΑ[3] . Καθώς οι ρωσικές
μακροπρόθεσμες συμβάσεις προμήθειας είναι συχνά συνδεδεμένες με την τιμή
του πετρελαίου, προκύπτουν συνήθως υψηλότερες τιμές από ό,τι στους
δυτικοευρωπαϊκούς κόμβους: Οι τιμές εισαγωγής ΥΦΑ ήταν, σε γενικές
γραμμές, ανάλογες με τις ρωσικές τιμές εισαγωγής μέσω αγωγού στην Ελλάδα
κατά το πρώτο εξάμηνο του 2013 (34 και 36 ευρώ/MWh), σημαντικά όμως
υψηλότερες από τις τιμές φυσικού αερίου στους κόμβους εμπορίας της
Δυτικής Ευρώπης (25-29 ευρώ/MWh κατά την ίδια περίοδο). Ωστόσο, ο
αδριατικός αγωγός φυσικού αερίου (TAP) θα αλλάξει το μελλοντικό
ενεργειακό τοπίο.
3. Από πρόσφατους
υπολογισμούς της ΓΔ Ενέργειας με βάση δεδομένα της Eurostat δεν
προκύπτει σημαντική διαφορά στις τιμές εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού
αερίου μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας. Το πρώτο τρίμηνο του 2013 η μέση
ελληνική τιμή εισαγωγής ΥΦΑ[4] ήταν 33 ευρώ/MWh, ενώ στην Ιταλία ήταν
35,1 ευρώ/MWh. Το δεύτερο τρίμηνο του 2013 η ελληνική τιμή εισαγωγής ΥΦΑ
αυξήθηκε στα 35,7 ευρώ/MWh, ενώ στην Ιταλία μειώθηκε στα 33,1
ευρώ/MWh.»