Ξέφραγο αμπέλι δείχνει η έκθεση Ρακιντζή
Σημεία και τέρατα στο πόρισμα για την κλοπή του Πικάσο!
Η φράση «ξέφραγο αμπέλι» δεν είναι αρκετή για να περιγράψει τα σημεία
και τέρατα που συνέβαιναν στην Εθνική Πινακοθήκη και περιγράφονται στην
έκθεση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης κ. Λέανδρου Ρακιντζή, ο
οποίος πραγματοποίησε μπαράζ ελέγχων μετά την εισβολή διαρρηκτών στο
κτίριο και την κλοπή του μοναδικού Πικάσο της Ελλάδας και δύο πινάκων
του Μοντριάν.
Όπως αποκαλύπτεται στην έκθεση, την ώρα που η διεύθυνση της Πινακοθήκης σκορπούσε αφειδώς τεράστια χρηματικά ποσά για δεξιώσεις, δημόσιες σχέσεις και πολυτελή έπιπλα, οι μπαταρίες του συναγερμού του μουσείου ήταν άδειες και κανείς δεν τις άλλαζε, με αποτέλεσμα να βγαίνει off το σύστημα, οι κασέτες των καμερών είχαν τελειώσει, ενώ μεγάλος αριθμός από τους φύλακες είχε μετατεθεί στην γκαρνταρόμπα και στην έκδοση εισιτηρίων!
Σαν να μην έφταναν αυτά, αποδείχτηκε ότι οι φρουροί δεν είχαν οδηγίες για το τι έπρεπε να κάνουν σε περίπτωση ληστείας, η ενδοεπικοινωνία μεταξύ τους δεν λειτουργούσε, ενώ δεν υπήρχε και σύνδεση των συστημάτων ασφαλείας με την Αστυνομία.
Στην ουσία, το καταληκτικό συμπέρασμα της έκθεσης που ολοκληρώθηκε στις 21 Μαρτίου είναι ότι η Πινακοθήκη ήταν ξέφραγο αμπέλι. «Προκύπτει ότι η διοίκηση της Εθνικής Πινακοθήκης και οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού δεν είχαν επαρκώς αξιολογήσει τον κίνδυνο πιθανής διάρρηξης ή κλοπής και δεν είχαν λάβει τα ενδεικνυόμενα μέτρα για την αποτροπή του. Η διοίκηση της Πινακοθήκης θα έπρεπε να έχει επιδείξει επιμέλεια για την αποτροπή τυχόν διάρρηξης ή κλοπής. Ανακύπτουν ευθύνες»...
Χωρίς μπαταρίες, κασέτες και φρουρούς
Το κλιμάκιο ελέγχου που πήρε εντολή από τον κ. Ρακιντζή να πραγματοποιήσει έρευνα επισκέφθηκε πολλές φορές την Πινακοθήκη, έκανε αυτοψία, εξέτασε τη διευθύντρια κυρία Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, τον κ. Κωνσταντίνο Αρβανιτάκη, διευθυντή διοικητικού-λογιστικού, το στέλεχος κυρία Μαρίνα Μακρή, ενώ ελήφθησαν ένορκες καταθέσεις από τον αρχιφύλακα της Πινακοθήκης, τον πρόεδρο του συλλόγου εργαζομένων και τον υπεύθυνο της εταιρείας σεκιούριτι.
Οπως προέκυψε και αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση:
• «Τα συστήματα ασφαλείας τοποθετήθηκαν το 1992 στο πλαίσιο της έκθεσης “Από τον Θεοτοκόπουλο στο Σεζάν”. Το 2000 έγινε βελτίωση και αναβάθμιση του συστήματος. Τα τελευταία 12 χρόνια δεν έγινε το παραμικρό, αν και υπάρχουν τυφλά σημεία στον εξωτερικό χώρο που δεν καλύπτονται από το ηλεκτρονικό σύστημα ασφαλείας που είναι εγκατεστημένο».
• Σύμφωνα με τις ένορκες καταθέσεις δεν υπάρχει εγχειρίδιο ή οδηγίες που να αναφέρονται στις ενέργειες των φυλάκων σε περίπτωση ληστείας, κλοπής ή ενεργοποίησης συναγερμού.
• Δεν υπάρχει ενδοεπικοινωνία στην παρούσα περίοδο και η επικοινωνία μεταξύ των φυλάκων γίνεται μέσω των προσωπικών κινητών.
• Δεν υπάρχει online σύνδεση με το υπουργείο Πολιτισμού ή την Αστυνομία. Η Αστυνομία ειδοποιείται από την εταιρεία ΕΡΜΗΣ και όχι από τον φύλακα.
• Οι φύλακες δεν έχουν περάσει ποτέ από ειδική εκπαίδευση που αφορά στον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η φύλαξη και τις ενέργειες στις οποίες θα πρέπει να προβούν σε περίπτωση συμβάντος.
• Πολλές φορές χτυπάει ο συναγερμός χωρίς να υπάρχει πραγματικό πρόβλημα επειδή έχουν λήξει οι μπαταρίες και δεν έχουν αντικατασταθεί.
• Οι κασέτες που γράφουν τα συμβάντα, επειδή χρησιμοποιούνται χωρίς να αντικαθίστανται (λόγω έλλειψης χρημάτων), πολλές φορές δεν γράφουν και ως εκ τούτου δεν λαμβάνεται εικόνα ή λαμβάνεται μη ευκρινής εικόνα από τις κάμερες της Πινακοθήκης.
• Πραγματική φύλαξη κάνουν μόνο 11 άτομα, καθώς ένας είναι στην γκαρνταρόμπα, δύο απασχολούνται στο πωλητήριο, ένας στα εισιτήρια, ένας έχει τον συντονισμό και κατά κανόνα ένας θα λείπει για οποιονδήποτε λόγο. Αντίστοιχα το βράδυ απασχολούνται στην καλύτερη περίπτωση δύο νυχτοφύλακες και έτσι αν κάποιος απουσιάζει (άδεια, ασθένεια κ.λπ.) στην Πινακοθήκη παραμένει μόνο ένας.
• Τα τελευταία 12 χρόνια δεν έχουν αντικατασταθεί οι κεντρικοί πίνακες ασφαλείας, που αποτελούν το σημαντικότερο μέρος του συστήματος».
Μετά τα παραπάνω συμπεράσματα του πορίσματος του κλιμακίου των ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, γίνεται αντιληπτό ότι η διεύθυνση της Εθνικής Πινακοθήκης τα τελευταία χρόνια αδιαφορούσε για το θέμα των μέτρων φύλαξης. Οχι μόνο δεν έδινε χρήματα για αναλώσιμα (μπαταρίες - κασέτες), αλλά μετέθεσε σχεδόν τους μισούς φύλακες σε άλλες δουλειές αφήνοντας το μουσείο γυμνό από ασφάλεια και τα εκθέματα στο έλεος των διαρρηκτών.
Όπως αποκαλύπτεται στην έκθεση, την ώρα που η διεύθυνση της Πινακοθήκης σκορπούσε αφειδώς τεράστια χρηματικά ποσά για δεξιώσεις, δημόσιες σχέσεις και πολυτελή έπιπλα, οι μπαταρίες του συναγερμού του μουσείου ήταν άδειες και κανείς δεν τις άλλαζε, με αποτέλεσμα να βγαίνει off το σύστημα, οι κασέτες των καμερών είχαν τελειώσει, ενώ μεγάλος αριθμός από τους φύλακες είχε μετατεθεί στην γκαρνταρόμπα και στην έκδοση εισιτηρίων!
Σαν να μην έφταναν αυτά, αποδείχτηκε ότι οι φρουροί δεν είχαν οδηγίες για το τι έπρεπε να κάνουν σε περίπτωση ληστείας, η ενδοεπικοινωνία μεταξύ τους δεν λειτουργούσε, ενώ δεν υπήρχε και σύνδεση των συστημάτων ασφαλείας με την Αστυνομία.
Στην ουσία, το καταληκτικό συμπέρασμα της έκθεσης που ολοκληρώθηκε στις 21 Μαρτίου είναι ότι η Πινακοθήκη ήταν ξέφραγο αμπέλι. «Προκύπτει ότι η διοίκηση της Εθνικής Πινακοθήκης και οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού δεν είχαν επαρκώς αξιολογήσει τον κίνδυνο πιθανής διάρρηξης ή κλοπής και δεν είχαν λάβει τα ενδεικνυόμενα μέτρα για την αποτροπή του. Η διοίκηση της Πινακοθήκης θα έπρεπε να έχει επιδείξει επιμέλεια για την αποτροπή τυχόν διάρρηξης ή κλοπής. Ανακύπτουν ευθύνες»...
Χωρίς μπαταρίες, κασέτες και φρουρούς
Το κλιμάκιο ελέγχου που πήρε εντολή από τον κ. Ρακιντζή να πραγματοποιήσει έρευνα επισκέφθηκε πολλές φορές την Πινακοθήκη, έκανε αυτοψία, εξέτασε τη διευθύντρια κυρία Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, τον κ. Κωνσταντίνο Αρβανιτάκη, διευθυντή διοικητικού-λογιστικού, το στέλεχος κυρία Μαρίνα Μακρή, ενώ ελήφθησαν ένορκες καταθέσεις από τον αρχιφύλακα της Πινακοθήκης, τον πρόεδρο του συλλόγου εργαζομένων και τον υπεύθυνο της εταιρείας σεκιούριτι.
Οπως προέκυψε και αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση:
• «Τα συστήματα ασφαλείας τοποθετήθηκαν το 1992 στο πλαίσιο της έκθεσης “Από τον Θεοτοκόπουλο στο Σεζάν”. Το 2000 έγινε βελτίωση και αναβάθμιση του συστήματος. Τα τελευταία 12 χρόνια δεν έγινε το παραμικρό, αν και υπάρχουν τυφλά σημεία στον εξωτερικό χώρο που δεν καλύπτονται από το ηλεκτρονικό σύστημα ασφαλείας που είναι εγκατεστημένο».
• Σύμφωνα με τις ένορκες καταθέσεις δεν υπάρχει εγχειρίδιο ή οδηγίες που να αναφέρονται στις ενέργειες των φυλάκων σε περίπτωση ληστείας, κλοπής ή ενεργοποίησης συναγερμού.
• Δεν υπάρχει ενδοεπικοινωνία στην παρούσα περίοδο και η επικοινωνία μεταξύ των φυλάκων γίνεται μέσω των προσωπικών κινητών.
• Δεν υπάρχει online σύνδεση με το υπουργείο Πολιτισμού ή την Αστυνομία. Η Αστυνομία ειδοποιείται από την εταιρεία ΕΡΜΗΣ και όχι από τον φύλακα.
• Οι φύλακες δεν έχουν περάσει ποτέ από ειδική εκπαίδευση που αφορά στον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η φύλαξη και τις ενέργειες στις οποίες θα πρέπει να προβούν σε περίπτωση συμβάντος.
• Πολλές φορές χτυπάει ο συναγερμός χωρίς να υπάρχει πραγματικό πρόβλημα επειδή έχουν λήξει οι μπαταρίες και δεν έχουν αντικατασταθεί.
• Οι κασέτες που γράφουν τα συμβάντα, επειδή χρησιμοποιούνται χωρίς να αντικαθίστανται (λόγω έλλειψης χρημάτων), πολλές φορές δεν γράφουν και ως εκ τούτου δεν λαμβάνεται εικόνα ή λαμβάνεται μη ευκρινής εικόνα από τις κάμερες της Πινακοθήκης.
• Πραγματική φύλαξη κάνουν μόνο 11 άτομα, καθώς ένας είναι στην γκαρνταρόμπα, δύο απασχολούνται στο πωλητήριο, ένας στα εισιτήρια, ένας έχει τον συντονισμό και κατά κανόνα ένας θα λείπει για οποιονδήποτε λόγο. Αντίστοιχα το βράδυ απασχολούνται στην καλύτερη περίπτωση δύο νυχτοφύλακες και έτσι αν κάποιος απουσιάζει (άδεια, ασθένεια κ.λπ.) στην Πινακοθήκη παραμένει μόνο ένας.
• Τα τελευταία 12 χρόνια δεν έχουν αντικατασταθεί οι κεντρικοί πίνακες ασφαλείας, που αποτελούν το σημαντικότερο μέρος του συστήματος».
Μετά τα παραπάνω συμπεράσματα του πορίσματος του κλιμακίου των ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, γίνεται αντιληπτό ότι η διεύθυνση της Εθνικής Πινακοθήκης τα τελευταία χρόνια αδιαφορούσε για το θέμα των μέτρων φύλαξης. Οχι μόνο δεν έδινε χρήματα για αναλώσιμα (μπαταρίες - κασέτες), αλλά μετέθεσε σχεδόν τους μισούς φύλακες σε άλλες δουλειές αφήνοντας το μουσείο γυμνό από ασφάλεια και τα εκθέματα στο έλεος των διαρρηκτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου